Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

ένας έρωτας, μια ιστορία, πολλές απαντήσεις - γράψε την άποψη σου στα σχόλια


<<όσα η αγάπη ονειρεύεται ,τα αφήνει όνειρα η ζωή και οποίος στα αλήθεια ερωτεύεται κάνει το πόνο προσευχή, βαρκούλα κάνει το φιλί και ξενιτεύεται>>

Είναι κάποιες στιγμές που ακόμα και σε ένα ετοιμοθάνατο να έδιναν χίλια χρόνια ζωής δεν θα τις άλλαζε με τίποτα. Κάτι τέτοιες στιγμές έζησα εκείνο το χρόνο στην Αθήνα, συγκεκριμένα στο Παγκράτι. Σ΄ ένα μικρό σχετικά διαμέρισμα τα έζησα όλα, έγινα γυναίκα, μεγάλωσα, ωρίμασα, ερωτεύτηκα, έκλαψα, γέλασα, έζησα..... Ένιωθα τόσο πλήρης και ολοκληρωμένη σαν άνθρωπος που ακόμα κι να μου έλεγαν να πηδούσα από την ταράτσα μιας πολυκατοικίας θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη, επειδή μετά από αυτόν ένιωθα πως τα είχα ζήσει όλα.
Όλα άρχισαν εκείνο το πρωί όταν άκουσα το όνομά μου στο ραδιόφωνο. Τίποτα και κανένας δεν μπορούσε να συγκρατήσει την χαρά μου: θα πήγαινα στην Αθήνα για σπουδές, μακριά από όλους μακριά απ΄ όλα. Δυστυχώς ήμουν πάντοτε το μαύρο πρόβατο της οικογένειας, της υπερπροστατευτικής μου οικογένειας. Παρόλο που πάντοτε με λάτρευαν και δεν μου στέρησαν ποτέ τίποτα, εγώ στην προσπάθεια μου να ζήσω, έκανα το ένα λάθος μετά το άλλο. Μέσα μου πάντοτε ένα ηφαίστειο σιγόβραζε και περίμενε μέρα με τη μέρα να εκραγεί, η καρδιά μου λαχταρούσε πάντοτε κάτι το διαφορετικό, μια ζωή δίχως όρια, χωρίς κανόνες. Άλλωστε τα καλά κορίτσια πάνε στο παράδεισο ενώ τα κακά πάνε παντού. Εγώ αυτό το «παντού» ποθούσα, η Κύπρος δεν ήταν αρκετή για μένα, ήθελα και άλλα. Ένιωθα ότι τα χρόνια περνούσαν και εγώ βιαζόμουν να ζήσω.

Πήρα λοιπόν τα πράγματα μου, πήρα την πρώτη πτήση που βρήκα και προσγειώθηκα στην Αθήνα. Νοίκιασα ένα δυάρι και τη χαρά μου ήρθε να συμπληρώσει το γεγονός ότι στην ίδια σχολή θα φοιτούσε και η καλύτερη μου φίλη. Έτσι, συγκατοικήσαμε. Οι μέρες περνούσαν και όλα κυλούσαν ομαλά, όλα γίνονταν όπως ακριβώς τα ονειρευόμουν. Στα χέρια μου κρατούσα ένα πασπαρτού, ένα μαγικό κλειδάκι που ξεκλείδωνε και άνοιγε διάπλατα όλες της πόρτες των ονείρων μου. Ώσπου… ώσπου μια μέρα ήρθε να διαταράξει την ησυχία μου ένα τηλεφώνημα. Ένας φίλος από τα παλιά έμαθε ότι βρισκόμουν στην Αθήνα και ήθελε να με δει. εκείνος που χαθήκαμε που όταν βρισκόμασταν μαζί στο σχολειό αν και ένα χρόνο μεγαλύτερος μου πάντα ένιωθα ότι μια μέρα θα ήμασταν μαζί ακόμα και αν είχαμε χαθεί δεν έπαψα να τον σκέφτομαι …
Έτσι, κανονίσαμε να συναντηθούμε για καφέ σε ένα γνωστό καφέ κάπου στο Παγκράτι. και ετσι τον ξαναείδα … Όλο το βράδυ ανταλλάσσαμε ματιές και είχε τα πιο υπέροχα πράσινα μάτια που είχα δει ποτέ μου. Δεν μιλούσαμε, αλλά τα μάτια έλεγαν πολλά. Ποτέ δεν είχα πιστέψει στον έρωτα με την πρώτη ματιά αλλά εκείνο το βράδυ κατάλαβα ότι πραγματικά υπάρχει.
Λίγες μέρες μετά έπρεπε να φύγω για Κύπρο για να βγάλω άδεια αυτοκίνητου, μα μέσα μου τριγυρνούσε ακόμα εκείνος ο μικρός φτερωτός θεός που λέγεται έρωτας και που κρατάει κάτι μικρά πύρινα βέλη. Λένε ότι άμα σε χτυπήσουν τα βέλη αυτά, η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. Ε… η ζημιά στην περίπτωσή μου ήταν όντως ανεπανόρθωτη! Όταν ήμουν εκείνο το διάστημα στην Κύπρο με πήρε τηλέφωνο για να μου πει ότι του άρεσα πολύ και ότι ήθελε να ειμαστέ μαζί . Έδωσα λοιπόν την εξέταση μου άρον άρον - εννοείται πως κόπηκα αφού το μυαλό μου δεν ήταν πάνω στο τιμόνι - κι έφυγα και πάλι για Αθήνα. Στο αεροδρόμιο της Αθήνας με περίμενε μια έκπληξη: ο άντρας τον ονείρων μου με μια ανθοδέσμη κόκκινα τριαντάφυλλα.
Μαζί του έζησα τους επόμενους μήνες την απέραντη ευτυχία. Εκείνος φοιτούσε σε μια στρατιωτική σχολή κι έτσι είχαμε μόνο τα σαββατοκύριακα για να είμαστε μαζί. Εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο δεν μας έφταναν. Πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα τόση απέραντη ευτυχία. Ζούσα ένα Όνειρο, ένα Όνειρο φτιαγμένο μόνο για μας τους δυο. Τριγυρνούσαμε πιασμένοι χέρι -χέρι στα μικρά στενά δρομάκια της Αθήνας, βγαίναμε τα βράδια με φίλους, κάναμε έρωτα μέχρι το πρωί κι εγώ ένιωθα για πρώτη φορά στη ζωή μου να είμαι τόσο μοναδική και σημαντική.
Οι μέρες συνέχισαν να περνούν και πλησίαζε ο καιρός που αυτός θα τέλειωνε τη σχολή του. Τρεις μόνο μήνες έμεναν μέχρι να φύγει και να εγκατασταθεί μόνιμα στη Κύπρο. Τι θα κάναμε; Πώς να ζούσαμε μακριά ο ένας από τον άλλο; Εμείς δεν αντέχαμε ούτε πέντε λεπτά . Και τότε… Τότε μου έκανε την πρόταση να τα παρατήσω όλα και να έρθω να ζήσω μαζί του στη Κύπρο. Τι έπρεπε να κάνω εγώ; Ο έρωτας είχε θολώσει τη λογική μου και έβλεπα μόνο με τα μάτια της καρδιάς, δεν μπορούσα να φανταστώ την ζωή μου χωρίς εκείνον. Μάζεψα λοιπόν τα πράγματα μου, παράτησα της σπουδές μου, έπνιξα ένα-ένα τα όνειρα που έπλαθα για χρόνια κι έφυγα για Κύπρο περιμένοντας τον κι αυτόν να ρθει.
Ώσπου μια μέρα το όνειρο έγινε ξαφνικά εφιάλτης, ο ονειρικά πλασμένος κόσμος μου γκρεμίστηκε τόσο εύκολα σαν ένα καστράκι στην άμμο που το πήρε ξαφνικά το κύμα… Ξαφνικά κάτι άλλαξε, πάγωσε. «θέλω να χωρίσουμε», είπε. Εγώ χιλιάδες μίλια μακριά του, στην Κύπρο, να προσπαθώ να καταλάβω τι είχα κάνει λάθος. Μα όσες φορές κι αν προσπάθησα, η λογική μου δε μπορούσε να δώσει καμιά απολύτως απάντηση.
Δεν άντεχα άλλο. Δανείστηκα χρήματα από μια φίλη μου και πήγα να τον βρω στην Αθήνα. Ένιωθα πως ήθελα κάποιες εξηγήσεις, ήθελα απαντήσεις, όμως γύρισα άπραγη και συνετριμμένη. Ενώ μου έλεγε πως μ’ αγαπούσε, ταυτόχρονα έλεγε πως δε μπορούσε να συνεχίσει αυτό που είχαμε και μάλιστα χωρίς να δίνει καμιά εξήγηση. Αλήθεια, πώς μπόρεσε να σβήσει όλα εκείνα τα όνειρα μέσα σε μια νύχτα;;;;;;; Ο άλλοτε δυναμικός και εύθυμος χαρακτήρας μου έγινε ξαφνικά αδύναμος, μελαγχολικός. Δεν ήμουν ο άνθρωπος που ήμουν κάποτε, έγινα μια σκιά, είχα φτάσει στο σημείο να τον ικετεύω για μια μονάχα απάντηση στην ερώτηση ΓΙΑΤΙ; Όλη μου η ζωή είχε γίνει ένα ρόλοι ζούσα μονάχα ανάμεσα στους κτύπους του τικ-τακ περιμένοντας να με πάρει κάποιο τηλέφωνο. Ήμουν απαρηγόρητη, μια απίστευτη μελαγχολία με σκέπασε, δεν έτρωγα, δεν κοιμόμουν, φορούσα τα ρούχα του για να τον νιώθω κοντά μου, κρατούσα τις φωτογραφίες μας και έκλαιγα με λυγμούς. Τόση αγάπη πού χάθηκε; Πώς μπόρεσε να σβήσει; Φίλοι και γνωστοί προσπαθούσαν άδικα να με παρηγορήσουν. Να απαντήσουν κι αυτοί στο γιατί. Ξαφνικά ο τέλειος για όλους άντρας μετατράπηκε σε άχρηστο αδύναμο ανθρωπάκι, όλοι μού έλεγαν ότι αυτός δεν έκανε για μένα, πως ήταν πολύ ποταπό εκ μέρους του να φύγει έτσι και να με αφήσει χωρίς καμία εξήγηση. Μα εγώ δεν άκουγα κανένα. Λες και ζούσα στο απόλυτο σκοτάδι και το μόνο φως ήταν εκείνος, λες και πνιγόμουν μέσα σε μια θάλασσα και η μόνη σανίδα σωτήριας ήταν και πάλι εκείνος. Πόσο τους μισούσα όλους εκείνους που τον έκριναν…
Όταν επιτέλους επέστρεψε στην Κύπρο, μού είπε ότι ήθελε να μείνουμε φίλοι. Έτσι, μιλούσαμε καθημερινά στο τηλέφωνο μέχρι το πρωί, ερχόταν κάθε βράδυ στο σπίτι μου, μου έδινε ελπίδες και αμέσως μετά τις έπαιρνε και πάλι πίσω. Προσπαθούσα μάταια να αναγεννηθώ μέσα απ΄ τις στάχτες μου, να συνεχίσω την ζωή μου μα δεν μπορούσα, δεν άντεχα στη σκέψη να με φιλάει και να με αγκαλιάζει κάποιος άλλος εκτός από εκείνον. Και πώς μπορούσα άλλωστε; Αφού σε κάθε βήμα μου βρισκόταν μπροστά μου.
Η κατάσταση αυτή κράτησε για δυο περίπου χρόνια και αφού είχα πιάσει πια πάτο και είχα εξαντλήσει όλα τα περιθώρια υπομονής μου αναμένοντας μια απάντηση στα αναπάντητα ερωτήματα μου, κατάλαβα ότι είχε έρθει ο καιρός να πω επιτέλους αντίο. Μάζεψα ένα-ένα τα θρύψαλα της καρδιάς μου και τον πήρα τηλέφωνο, μόνο στο τηλέφωνο εξάλλου θα είχα την δύναμη να πω αυτά που έπρεπε να πω. Του είπα ότι τον αγάπησα όσο τίποτα άλλο σε αυτή τη γη, τον ευχαρίστησα για όλες τις στιγμές που μου είχε χαρίσει και του ευχήθηκα καλή τύχη. Του είπα να μην με ξαναπάρει τηλέφωνο και του το έκλεισα. Τότε ήταν που λύγισα εντελώς, ένας θεός ξέρει πως άντεχα και δεν του απαντούσα το τηλέφωνο. Όμως αν ήθελα να συνεχίσω τη ζωή μου, έτσι έπρεπε να κάνω. Τον αποχαιρέτησα με τον τρόπο μου και προσπάθησα να τον ξεχάσω μα ήταν αξέχαστος, πώς θα μπορούσα να ξεχάσω την μεγαλύτερη αγάπη από όλες; Λένε πως την αληθινή αγάπη μια φορά την συναντάς στη ζωή σου και είναι πολύ δύσκολο να την βγάλεις από μέσα σου και όμως έπρεπε να βρω την δύναμη να την απαρνηθώ.
Έκαψα όλες τις φωτογραφίες, έσκισα όλα τα ρούχα του και εξαφάνισα κάθε τι που μπορούσε να μου τον θυμίζει, πέρασα μέρες και νύχτες μέσα στις παραισθήσεις. Όπου πήγαινα νόμιζα ότι τον έβλεπα, ό,τι και να έκανα μου θύμιζε κάτι που συνηθίζαμε να κάνουμε μαζί, μύριζα στα σεντόνια το άρωμα του, έκλεινα τα μάτια και τον άκουγα να μου λέει «Σ΄αγαπώ». Ζούσα μέσα στα φαντάσματα και τους εφιάλτες των ωραιότερων ονείρων μου, μου έλειπε σαν ναρκωτικό που η έλλειψη του δεν αντέχεται, ξυπνούσα στο παγωμένο και άδειο κρεβάτι μου και ήξερα ότι πρέπει να ζήσω ακόμα μια μέρα χωρίς εκείνον. Ο χρόνος, μου είπε κάποιος, ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός, μα και αυτός περνούσε χωρίς να έχει κανένα αποτέλεσμα. Ήθελα να κρατώ τον εαυτό μου συνεχώς απασχολημένο για να μην σκέφτομαι τίποτα. Τελικά, κάποια στιγμή κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου και να κάνω κάποια άλλη σχέση, όμως ποτέ δεν ξέχασα, πάντα υπήρχε μέσα μου ένα βάρος, ένα αναπάντητο ερώτημα, εκείνο το γιατί.
. Τελικά, την πρώτη αγάπη κανείς δεν την ξεχνάει, την κουβαλάς για πάντα μέσα σου. Κι εγώ ακόμα την κουβαλάω, 12 χρόνια μετά. δεν τον ξέχασα ποτέ και ας παραμείναμε φίλοι Παντρεύτηκα και την νύχτα πριν την μέρα του γάμου μου με πήρε τηλέφωνο, αρνήθηκε ότι με αγαπάει αν και άκουσα από μια γνωστή ότι αυτό είπε μείναμε φίλοι ο ίδιος μετά από μένα είχε ακόμα τρεις σχέσεις αλλά δεν στέριωσαν μένει λίγα μετρά μακριά από το σπίτι μου αγόρασε διαμέρισμα εκεί και τον βλέπω συχνά τελευταία του είπα να ξεκόψουμε επειδή νιώθω ακόμα και δεν είναι σωστό τον πείραξε που του το είπα και μου είπε ότι δεν πρέπει να βασανίζομαι δώδεκα χρόνια μετά πρέπει να τον ξεπεράσω και ότι αυτός δεν νιώθει κάτι εκτός από ότι με αγαπαει σαν φιλη δεν του ζήτησα κάτι απλά ποτέ δεν έμαθα και ίσως για αυτό είναι ο ανεκπλήρωτος μου έρωτας ο άντρας μου με λατρεύει και εγώ τον αγαπώ παρ όλα τα προβλήματα που έχουμε αλλά… αλλά αυτός μου έκανε ανεπανόρθωτη ζημιά με διέλυσε Έμαθα πολλά από αυτή την ιστορία, έμαθα ότι είναι άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Ότι το μόνο πράγμα που δεν διορθώνεται στη ζωή είναι ο Θάνατος και ότι δυστυχώς δεν μπορείς να αναγκάσεις κάποιον να σε αγαπήσει. Παρόλα αυτά όμως, πρέπει να παραδεχτώ πως η πρώτη αγάπη ποτέ δε χάνεται, απλώς μισοκρύβεται στα υπόγεια της βασανισμένης ψυχής πίσω από κασόνια γλυκόξινων αναμνήσεων …


Μια από όλους εσάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου